Page 13 - Θέκλα Πετρίδου | Και οι άνδρες έχουν ψυχή
P. 13
επισκέπτονταν ως τουρίστες, έχοντας παράλληλα μια πρωτόγνωρη οικονομική ελευθερία
με τα χρήματα που χύθηκαν για να ξανακτιστεί η Κύπρος.
Φανταστείτε, λοιπόν, μια κοινωνία συντηρητική, φοβισμένη, γεμάτη στερεότυπα και
προκαταλήψεις, να δεχθεί τόσο έντονο τραύμα όπως αυτό του πολέμου, να αρχίσει να
«επιβάλλεται» ο υλισμός, ο κόσμος με τη συνεχιζόμενη αδικία να αρχίζει να βιώνει
αισθήματα ματαιότητας και μηδενισμού όσον αφορά στις παραδοσιακές αξίες και
ταυτόχρονα να έρχονται σε άμεση επαφή με «νέα» ήθη μέσω του τουρισμού, των συχνών
ταξιδιών στο εξωτερικό, των σπουδών στο εξωτερικό και της ροής χρημάτων, της
τηλεόρασης, των Μ.Μ.Ε. κτλ.
Φανταστείτε τι μπέρδεμα δημιουργείται στο μυαλό μας. Πώς μπορούμε να τα φέρουμε
βόλτα με όλες αυτές τις αντικρουόμενες απόψεις, πεποιθήσεις, στερεότυπα, πίστεις,
συναισθήματα, πράξεις;
Αυτά φυσικά δεν επηρεάζουν μόνο τους άντρες, αλλά όλους μας.
Ας πάρουμε ένα τυχαίο ψυχολογικό ιστορικό, ενός πελάτη μου.
«Είμαι ο Μιχάλης. Είμαι 50 χρονών. Γεννήθηκα στην Κερύνεια το 1961. Εγώ είμαι ο
μεγαλύτερος από τα τρία παιδιά της οικογένειας και ακολουθούν ο αδελφός και η αδελφή
μου. Ο πατέρας μου δούλευε στα δημόσια έργα. Η μητέρα μου ήταν οικοκυρά. Μας
μεγάλωσαν με την αυστηρότητα της εποχής μας. Εγώ ως αγόρι και μεγαλύτερος είχα
περισσότερες ελευθερίες από τα αδέλφια μου. Θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια στη
θάλασσα και στην αμεριμνησία. Λεφτά δεν είχαμε πολλά, αλλά είχαμε αγάπη. Τους γονείς
μου δεν τους θυμάμαι να δείχνουν έρωτα μεταξύ τους, αλλά εμάς μας αγαπούσαν. Φυσικά,
ο πατέρας μου μας έδερνε τακτικά. Η μητέρα μου δεν μπορούσε και πολύ να μας
επιβληθεί, έτσι τα μάζευε όλα και όταν επέστρεφε ο πατέρας από τη δουλειά, μας
κατάγγελλε και συχνά τις τρώγαμε. Δεν μπορούσες τότε να σηκώσεις κεφάλι στον πατέρα
σου. Όλοι τα ίδια περνούσαν. Και οι συμμαθητές μου. Θυμάμαι πως ήμασταν όλοι περίπου
το ίδιο. Με ένα ζευγάρι παπούτσια και μια φορεσιά να βγάλουμε το χειμώνα και μια για το
καλοκαίρι. Το φαγητό δεν το στερηθήκαμε. Μας έφερνε η γιαγιά από το χωριό αυγά,
κουνέλια, κοτόπουλα, οπωρικά. Αλλά στερούμασταν άλλα πράγματα. Δεν είχαμε λεφτά να
πάμε σινεμά, να πάμε διακοπές, να τρώμε παγωτό κάθε μέρα…
Οι γονείς μου ήταν θρήσκοι άνθρωποι. Κάθε Κυριακή στην εκκλησία, νηστείες, τα πάντα.
Και οι περισσότεροι γύρω μας έτσι ήταν. Τηλεόραση δεν είχαμε στο σπίτι. Σχεδόν κανένας
δεν είχε τότε, αλλά παίζαμε στις αλάνες.
Το σχολείο δεν μου άρεσε και πολύ, επειδή ήταν όλα πολύ αυστηρά. Οι δάσκαλοι
δικαιούνταν να μας δείρουν και δεν μπορούσες να αντιμιλήσεις. Έτρωγες αποβολή. Στο
γυμνάσιο πληρώναμε τότε και ο πατέρας μου με απειλούσε συχνά πως θα με σταματήσει.
13